“Χάρτινες πόλεις, εύκολα καίγονται”

Ο Γιώργος Σταυρακάκης, με την ευκαιρία της κυκλοφορίας του καινούργιου του δίσκου.. ΧΑΡΤΙΝΕΣ ΠΟΛΕΙΣ.. καταθέτει σκέψεις και ανησυχίες για τη ζωή, τη μουσική και την ποίηση, που είναι απ’ ότι φαίνεται…. ο άλλος του εαυτός… Ρωτήστε τον με τις ερωτήσεις μου και περπατήστε για λίγο δίπλα του..


  • Γεια σου Γιώργο. Είσαι γέννημα θρέμμα Κρητικός λοιπόν, αφού γεννήθηκες και μεγάλωσες στην Κρήτη και δεν είναι πολλά τα χρόνια που ζεις στην Αθήνα. Οι εμπειρίες σου στο νησί, με ποιο τρόπο επηρέασαν την ενασχόλησή σου με τη μουσική;

Δε νομίζω ότι ο τόπος καταγωγής μου έπαιξε κάποιο ρόλο στη μουσική μου. Άλλωστε αυτό φαίνεται και από τον τρόπο που εκφράζομαι, γράφοντας τα τραγούδια μου σε καθαρά δυτικές φόρμες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κατά καιρούς δεν εμφανίζονται αμυδρά και κάποια παραδοσιακά στοιχεία. Αυτό που νομίζω ότι έπαιξε ρόλο ήταν το στενό μου περιβάλλον και τα πρώτα μου ακούσματα που δεν είχαν καμία σχέση με την παραδοσιακή μουσική της Κρήτης.

  • Πώς ξεκινάς με το τραγούδι και πότε;

Με το τραγούδι ξεκινάω σε πολύ μικρή ηλικία, όταν αποφασίζω να πάρω μέρος σε έναν Παγκρήτιο μουσικό διαγωνισμό για νέα ταλέντα. Εκεί θα πάρω το πρώτο βραβείο που θα γίνει και η αφετηρία για να ασχοληθώ επαγγελματικά με το τραγούδι και τη μουσική.

  • Πώς γνωρίστηκες με τον Μάνο Λοϊζο και πώς ένιωσες δίπλα στον σπουδαίο αυτόν δημιουργό;

Ήτανε η πρώτη μου επαγγελματική δουλειά στα δεκαοκτώ μου, όταν δούλεψα σε κάποια μπουάτ της πόλης του Ηρακλείου. Εκεί ήταν τότε και ο Μανόλης ο Ρασούλης, όπου παρουσίαζε τα τραγούδια του και διάβαζε και κάποια κείμενα που έγραφε ο ίδιος εμβόλιμα στα τραγούδια. Θυμάμαι τραγούδια όπως «Στη ρωγμή του χρόνου», «Η μπαλάντα της νοικοκυράς» και άλλα πολλά που δεν είχαν ακόμη δισκογραφηθεί, τα τραγουδήσαμε μαζί σε ‘κείνη τη μικρή μπουάτ του Ηρακλείου. Κάποια στιγμή μας επισκέφτηκε και ο Μάνος Λοΐζος, ο οποίος κυνηγούσε τον Ρασούλη για να του τελειώσει «Τα τραγούδια της Χαρούλας» που είχε ξεκινήσει να γράφει. Αυτό ήταν. Ο Ρασούλης δεν έλεγε να ξεκουνήσει απ’ το Ηράκλειο και ο Λοΐζος σχεδόν εγκαταστάθηκε στην πόλη. Όλοι μαζί λοιπόν ξεκινήσαμε ένα αξέχαστο πρόγραμμα, με πολλά από τα τραγούδια του Μάνου που αργότερα είδαν το φως της δημοσιότητας και αγαπήθηκαν πολύ από τον κόσμο. Είμαι πολύ τυχερός που αρκετά από αυτά τα τραγούδια τα τραγούδησα πρώτος εγώ μπροστά σε κόσμο και είναι μια εμπειρία που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Κρίμα που ο Μάνος έφυγε τόσο νέος.

  • Στη συνέχεια εκδίδεις μια ποιητική συλλογή με τίτλο ΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ, έπειτα μια δεύτερη με τίτλο ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ ΤΕΛΟΣ και μια τρίτη με τίτλο ΕΝΑ ΠΑΛΙΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ. Οι συλλογές είναι.. καταστάλαγμα.. χρόνιας ενασχόλησής σου με την ποίηση παράλληλα με τη μουσική;

Η ποίηση είναι κάτι που αγαπούσα από πολύ μικρός. Θυμάμαι ότι μέχρι τα δεκάξι μου είχα φάει κυριολεκτικά όλους τους Γάλλους ρομαντικούς, αργότερα ανακάλυψα και τους σύγχρονους Έλληνες και ξένους ποιητές και δειλά δειλά άρχισα κι εγώ να γράφω κάποια πράγματα. Μου άρεσε αυτή η ιστορία γιατί για μένα είχε πάνω απ’ όλα μια πρακτική αξία. Μ’ άρεσε τον ελεύθερο χρόνο μου να τον περνάω έτσι, διαβάζοντας, και πού και πού γράφοντας ποιήματα. Αργότερα, και μετά από απαιτήσεις φίλων και γνωστών, ήρθαν και οι πρώτες εκδόσεις.

  • Έχεις ταξιδέψει πολύ στο εξωτερικό, τραγουδώντας σε διάφορα μέρη. Για πες μου γι’ αυτές σου τις εμπειρίες..

Κάποια στιγμή ανακάλυψα ότι δεν υπήρχαν πια χώροι να στεγάσουν τη μουσική και το τραγούδι που εγώ αγαπούσα να παίζω και να το φχαριστιέμαι. Σκέφτηκα μια μπάντα δρόμου, αλλά εκείνη την εποχή το πιο πιθανό ήταν στο πρώτο ρεφρέν να σε μπουζουριάσουν οι μπάτσοι, έτσι λοιπόν μετά από την πρόταση μιας φίλης βρέθηκα στην Γερμανία όπου τραγούδησα σε πολλά μέρη ελληνικό και ξένο τραγούδι, αλλά και στο δρόμο, χωρίς πρόβλημα, μαζί με άλλους μουσικούς από διαφορετικές χώρες. Αυτή ήταν η αρχή. Άρχισα να το κάνω συχνά αυτό το πράγμα και σε διαφορετικές χώρες της Ευρώπης, πράγμα που μου άφησε καταπληκτικές εμπειρίες αλλά και όμορφες αναμνήσεις.

  • Μουσική σκηνή «ΤΡΟΜΠΟΝΙ».. έργο σου στο Ηράκλειο στην Κρήτη. Πώς έγινε και ποιοι φιλοξενήθηκαν κατά καιρούς εκεί;

Εντάξει, αυτό ήταν ένα από τα όνειρα της ζωής μου. Να φτιάξω ένα χώρο που τόσα χρόνια, όπως σου είπα και πριν, δεν υπήρχε, κι εγώ ήμουν πλανόδιος τροβαδούρος και ξενιτεμένος. Ε, κάποια στιγμή αποφάσισα να γυρίσω σπίτι μου και να φτιάξω αυτόν τον μουσικό χώρο. Από εκεί παρήλασε όλη η ελληνική μουσική σκηνή και σε όλη της την γκάμα. Δεκάδες καλλιτέχνες, τραγουδοποιοί, συνθέτες και συγκροτήματα απ’ όλη την Ελλάδα φιλοξένησε το «Τρομπόνι», αλλά παράλληλα έδωσε τη δυνατότητα σε νέα παιδιά να παίξουν και να πειραματιστούν και να πάρουν το πρώτο τους μουσικό βάφτισμα. Λειτούργησε κατά κάποιο τρόπο και σαν φάμπρικα μουσικής όπου μετά από σχεδόν δέκα χρόνια λειτουργίας και κάνοντας τον κύκλο της έκλεισε κι αυτή η ιστορία.

  • Πότε ξεκινάς με τη δισκογραφία, με ποιο δίσκο και ποιους συνεργάτες;

Θυμάμαι ήταν χειμώνας του 1996, τότε ήμουν ακόμη στο «Τρομπόνι», όταν ο Μάνος ο Ξυδούς άκουσε κάποια από τα τραγούδια που είχα φτιάξει και του άρεσαν πολύ. Ο Μάνος ήταν τότε παραγωγός στην ΕΜΙ. Είχα περάσει εν τω μεταξύ μια μικρή περιπέτεια με κάποιες εταιρείες που… και ναι, και όχι, και θα δούμε, και περιμένετε… ο Μάνος συνεπής όπως ήταν σε όλη του τη ζωή, είπε απλά «τα κάνουμε». Το καλοκαίρι λοιπόν του 1996 έρχομαι στην Αθήνα και ηχογραφώ το «Ρεσάλτο», την πρώτη μου δισκογραφική δουλειά και αυτό το οφείλω στον Μάνο. Λίγο πριν πεθάνει τραγούδησε και το «Αμαρτωλό». Ένα κομμάτι που ήταν στο «Ρεσάλτο» και που ήθελε από τότε να τραγουδήσει. Τελικά το είπε στο «Βράδιασε τα ξαναλέμε», δέκα χρόνια μετά. Να ‘ναι καλά εκεί που βρίσκεται, θα τον θυμόμαστε για πάντα.

  • Συνεργάστηκες με τον Ελβετό ιταλόφωνο συνθέτη MARCO ZAPPA. Πώς συναντήθηκαν οι δρόμοι σας και ποια συνεργασία προέκυψε;

Η ιστορία με τον Zappa ξεκινάει το 2003, όταν έτυχε ν’ ακούσει στο εξωτερικό κάποια δικά μου τραγούδια. Ήρθε στην Ελλάδα και συναντηθήκαμε το καλοκαίρι του 2003. Στη συνάντηση αυτή μου έβαλε να ακούσω κάποιο τραγούδι του που είχε γράψει στην Αίγινα και με παρακάλεσε να του γράψω κάποιες στροφές στα ελληνικά. Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορούσα να καταλάβω πού το πήγαινε. Αφού του έγραψα τους στίχους, με ευχαρίστησε και μου είπε πολύ απλά «τώρα πρέπει και να το τραγουδήσεις». Αυτό ήταν. Ήρθαν κι άλλα πολλά στην πορεία, με κοινές εμφανίσεις, με τραγούδια μου που διασκεύασε στα ιταλικά, με ζωντανές ηχογραφήσεις στην κρατική ραδιοφωνία της Ελβετίας, και τελευταίο, την παραγωγή της δουλειάς μου «Χάρτινες Πόλεις» που έγινε στο εξωτερικό και υπογράφει ως παραγωγός.

  • Το 2006 κυκλοφορείς τον τρίτο προσωπικό σου δίσκο ΑΠΟΥΣΙΕΣ και συνεχίζεις με την ποίηση, εκδίδοντας μια καινούργια ποιητική συλλογή με τίτλο ΟΙΝΟΜΑΓΕΙΡΕΙΑ, και μπορεί κάποιος να συμπεράνει πια πως η ποίηση κυλά στο αίμα σου. Υπάρχει περίπτωση κάποια στιγμή να γίνει σπουδαιότερη μέσα σου απ’ τη μουσική και να ασχοληθείς μαζί της αποκλειστικά;

Κατά έναν περίεργο τρόπο αυτά τα πράγματα πάνε μαζί και χώρια. Σκέψεις που δεν χωράνε στα τραγούδια γίνονται ποιήματα και στίχοι και μουσικές που χορεύουν μέσα μου γίνονται τραγούδια. Είναι δύο διαφορετικές διαδρομές που τις χαίρομαι το ίδιο όμορφα. Γιατί όπως και να το κάνουμε, αυτή η ιστορία απ’ όπου κι αν ξεκινάει, δεν παύει νάναι ταξίδι.

  • Η νέα σου δισκογραφική δουλειά τιτλοφορείται ΧΑΡΤΙΝΕΣ ΠΟΛΕΙΣ. Με ποιους συνταξιδεύεις στο καινούργιο σου μουσικό ταξίδι και σε ποιες.. στεριές νομίζεις θα βγάλει τον ακροατή ακούγοντάς την;

Οι «Χάρτινες Πόλεις» είναι εδώ για να στεγάσουν σα σε παραμύθι όλους εκείνους που η αφιλόξενη και βάρβαρη εποχή μας τους αφήνει στο περιθώριο, μα πάνω απ’ όλα τα παιδιά του Δεκέμβρη που χτυπήθηκαν, συκοφαντήθηκαν, σύρθηκαν στα κρατητήρια σαν κοινοί εγκληματίες, αλλά που θέλω να πιστεύω ότι δεν το ‘χουν βάλει κάτω. Ο Δεκέμβρης ήταν η αρχή και είμαι σίγουρος ότι θάρθουν καλύτερες μέρες.

  • Ο τίτλος ΧΑΡΤΙΝΕΣ ΠΟΛΕΙΣ παραπέμπει κάπου, στην εποχή μας για παράδειγμα, που τα τελευταία χρόνια φαντάζει τόσο χάρτινη, που κινδυνεύει να.. σκιστεί σε κάθε κίνηση..

Βεβαίως και παραπέμπει. Χάρτινες πόλεις εύκολα καίγονται. Όταν όλοι αυτοί που αισθάνονται παρίες σ’ αυτή την κοινωνία, που βλέπουν το αύριο να ξημερώνει χωρίς προοπτική και ελπίδα κάποια στιγμή γίνονται στρατιές έτοιμες να βγουν στο προσκήνιο, να πάρουν στα χέρια τους τις ζωές τους και να φέρουν τα πάνω κάτω. Βλέπεις… η κατάφορη αδικία στην κοινωνία, η απροκάλυπτη βία και ο απόλυτος εξευτελισμός του ανθρώπου κάποια στιγμή είναι σίγουρο ότι θα γίνουν μπούμερανγκ στα χέρια της όποιας εξουσίας.

  • Υποστηρίζεις και.. στηρίζεις τη μπαλάντα σε κάθε δισκογραφική σου δουλειά. Νομίζεις πως είναι ένα είδος τραγουδιού που περνάει κρίση ή πάντα όλοι θα ξεχνιόμαστε, θα θυμόμαστε, θα ερωτευόμαστε, θα αγαπάμε, θα προβληματιζόμαστε με μια μπαλάντα;

Αυτή η ιστορία με την μπαλάντα είναι μια παρεξηγημένη υπόθεση. Μπαλάντα είναι το είδος της ποίησης ή του τραγουδιού που αφηγείται μια συγκεκριμένη ιστορία με αρχή, μέση και τέλος. Δεν έχει να κάνει με το αν είναι αργό ή με την ενορχηστρωτική του άποψη. Ο ρυθμός δεν παίζει κανένα ρόλο. Μια μπαλάντα μπορεί κάλλιστα να είναι ένα γρήγορο ροκ κομμάτι ή ένα ποπ χορευτικό τραγούδι. Εμείς οι Έλληνες τραγουδοποιοί σπάνια γράφουμε μπαλάντες. Αυτό που χαρακτηρίζει τα τραγούδια μας είναι το ρεφρέν, η επωδός όπως θα έλεγαν οι παλαιότεροι από εμάς. Όσον αφορά εμένα, έκανα και κάνω ένα χαμηλόφωνο δυτικότροπο τραγούδι. Δεν θεωρώ τον εαυτό μου διασκεδαστή και λέω αυτά που θέλω να πω σε χαμηλούς τόνους. Νομίζω ότι είναι ο καλύτερος τρόπος για να παρασύρεις ανθρώπους που πραγματικά θέλουν να ακούσουν.

  • Κάνεις κάτι ή ετοιμάζεις κάτι τώρα επί σκηνής ή σε άλλον τομέα;

Έχουμε ξεκινήσει παραστάσεις σε διάφορες μουσικές σκηνές στην Αθήνα, παρουσιάζοντας τις «Χάρτινες Πόλεις» αλλά και άλλα τραγούδια από την δισκογραφία μου, καθώς και διασκευές τραγουδιών που αγαπώ και που θα ‘θελα να τα ‘χα γράψει εγώ. Τι να κάνουμε όμως, είμαι τουλάχιστον ευτυχισμένος που μπορώ να τα τραγουδήσω. Κάποια στιγμή, μετά τον Φλεβάρη, αυτές οι μουσικές παραστάσεις θα ταξιδέψουν και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας.

  • Πώς βλέπεις τα πράγματα τον τελευταίο καιρό στον τόπο μας και γενικά;

Ο μεγάλος λόγιος και συγγραφέας Ροΐδης έλεγε ότι κάθε λαός έχει την κυβέρνηση που του αξίζει. Ας μην γελιόμαστε. Δεν είμαστε άμοιροι ευθυνών. Βεβαίως και δεν τα φάγαμε μαζί, όπως είπε ο γραφικός Πάγκαλος. Συνυπογράψαμε όμως σ’ αυτό το φαγοπότι, κλείναμε τα μάτια μας και τα αυτιά μας σε ό,τι γινόταν δίπλα μας και δεν λέγαμε να σηκωθούμε από τους καναπέδες μας. Είχαμε βολευτεί στην θαλπωρή του σπιτιού μας, τα κουτσοβολεύαμε και δεν μας καιγότανε καρφί για το τι γινότανε δίπλα μας. Τώρα τρέχουμε και δεν φτάνουμε. Όταν καίγεται το σπίτι του γείτονα… κάποια στιγμή θ’ αρπάξει και το δικό μας. Ελπίζω αυτή η κρίση να γίνει η αφετηρία για να επαναπροσδιοριστούμε ως άνθρωποι και ως κοινωνία.

  • Το διαδίκτυο βοηθάει ή χαντακώνει τη μουσική;

Το διαδίκτυο βεβαίως και βοηθάει όχι μόνο τη μουσική αλλά πολλές δραστηριότητες ανθρώπων στο να επικοινωνήσουν τη δουλειά τους. Την μουσική δεν μπορεί τίποτα να την σκοτώσει. Θα υπάρχει πάντα με οποιονδήποτε τρόπο για να μας υπενθυμίζει και να μας υπογραμμίζει ότι πρέπει να γινόμαστε συνεχώς καλύτεροι άνθρωποι.

  • Ποια ή ποιον απ’ τους νεότερους συναδέλφους σου ξεχωρίζεις και θάθελες κάποια στιγμή να συνεργαστείτε;

Παρακολουθώ όσο μπορώ τους νέους συναδέλφους στο χώρο του τραγουδιού. Υπάρχει πάρα πολύ ταλέντο, αλλά ταυτόχρονα μια προχειρότητα και μια βιασύνη. Εντάξει, καταλαβαίνω την αγωνία τους αλλά η μουσική δεν είναι αθλητισμός. Εκτιμώ και μου αρέσουν πάρα πολλά νέα παιδιά, κορίτσια και αγόρια, που γράφουν τραγούδια, όμως εγώ δεν σου κρύβω ότι είμαι μοναχικός άνθρωπος. Με φοβίζουν οι συνεργασίες πόσο μάλλον σε μια εποχή που η σκοπιμότητα μοιάζει να είναι το πρώτιστο. Όχι, δεν θα ‘θελα σε καμιά περίπτωση να μοιάσω του κυρίου Νταλάρα. Γενικά δεν συμμετέχω…… Ούτε συνεργάζομαι σ’ αυτές τις πονηρές εποχές.

  • Πρότυπά σου στη σύνθεση, το στίχο, το τραγούδι, την ποίηση;

Leonard Cohen.

  • Μια πρότασή σου για την αντιμετώπιση των πολλών κατά κοινή γνώμη δυσκολιών στην εποχή μας.

Δεν υπάρχει πρόταση γι’ αυτό. Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος. Όταν τα πάντα γύρω σου ευτελίζονται και εξευτελίζονται, σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος. Να λες, όχι, δεν είμαι εδώ για να ζήσω έτσι, δεν είμαι εδώ συνυπογράφοντας σ’ αυτό που συμβαίνει, δεν είμαι εδώ για να είμαι, είμαι εδώ για να έχω τον κυρίαρχο ρόλο σ’ αυτό που λέμε ζωή. Δεν ξέρω αν είναι πρόταση, είναι όμως χρέος απέναντι σ’ εμάς τους ίδιους και σ’ αυτούς που πρόκειται να ‘ρθουν.

  • Αν υπήρχε μηχανή του χρόνου, θα τολμούσες ένα ταξιδάκι; Αν ναι, πού θάθελες να πας, στο παρελθόν, στο μέλλον ή κάπου αλλού;

Όχι, δεν θα ‘θελα να πάω πουθενά. Τώρα που το ξανασκέφτομαι, ίσως στα παιδικά μου χρόνια. Τα πρώτα μου χρόνια εννοώ. Τότε που όλα ήταν και φάνταζαν αλλιώς. Να ξαναγινόμουνα παιδί, ούτε έφηβος ούτε νέος. Μόνο παιδί. Να ξανακάνω όλες εκείνες τις ωραίες σκέψεις που έκανα και που παραμυθιαζόμουνα με τα πάντα.

  • Ευχαριστώ Γιώργο. Ναι… θάταν υπέροχο να γυρνούσαμε έστω και για λίγο στα παιδικάτα μας.. Σου εύχομαι καλό ταξίδι σ’ όποια πορεία ακολουθήσεις από δω και πέρα…

Μαρία Παπαδάκη (“Μουσικόραμα” 18.1.11)