Τα πολλά λόγια ενίοτε καθίστανται περιττά. Ο ποιητής και τραγουδοποιός Γιώργος Σταυρακάκης, σου συστήνεται από μόνος του, με την μουσική και τα λόγια του, χωρίς συμβάσεις. Ένας πνευματικός άνθρωπος, συνεπής λόγων και πράξεων, που μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας επιλέγει να πορεύεται, με «μικρούς αναστεναγμούς, μικρές απογοητεύσεις, μικρές χαρές, μικρές νίκες και ήττες». Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μετρονόμος ο νέος τους δίσκος με τίτλο «Unplugged». Δέκα τραγούδια υψηλής αισθητικής και χαμηλών τόνων, στοιχεία που τον χαρακτηρίζουν στην δεκαεξάχρονη πορεία του στην ελληνική δισκογραφία. Τραγούδια που μας έδωσαν την αφορμή να συνομιλήσουμε για μια ακόμη φορά μαζί του, για μουσική, ποίηση, πολιτική και όχι μόνο…
- «Unplugged», η νέα, έκτη στο σύνολο, προσωπική δισκογραφική δουλειά σας. Με χαμηλές ταχύτητες και «έξω από την πρίζα», όπως την χαρακτηρίσατε. Επιλέγετε μια γαλήνια ατμόσφαιρα για να εκφραστείτε, να ψιθυρίσετε με στοχασμό όλα εκείνα που ίσως θέλαμε να κραυγάσουμε. Ποιο αξιολογείτε ως σημαντικότερο, την κραυγή ή τον στοχασμό; Ποιο λείπει περισσότερο από την εποχή μας;
Ο Eliot στους «Κούφιους ανθρώπους» τελειώνει το ποίημά του με τον στίχο: «αυτός είναι ο τρόπος που τελειώνει ο κόσμος, όχι μ’ ένα πάταγο, αλλά μ’ έναν λυγμό».
Δεν ξέρω πραγματικά αν ο ποιητής αναρωτιέται ή είναι σίγουρος για το πώς τελειώνει ο κόσμος, γι’ αυτό που εγώ είμαι σχεδόν σίγουρος είναι το πώς πορευόμαστε σ’ αυτόν τον κόσμο. Με μικρούς αναστεναγμούς, μικρές απογοητεύσεις, μικρές χαρές, μικρές νίκες και ήττες. Όλ’ αυτά τα μικρά και καθημερινά πράγματα μπορεί κάποια στιγμή συσσωρευμένα να δημιουργήσουν την μεγάλη έκρηξη. Αλλά μέχρι να συμβεί αυτό είμαστε καταδικασμένοι να ψιθυρίζουμε και κατά κάποιο τρόπο να μονολογούμε. Άλλωστε ένα από τα στοιχεία που εμπεριέχει η Τέχνη σε όλες τις εκφάνσεις της, είναι ακριβώς αυτό. Ο αέναος ψίθυρος και μονόλογος με τον εαυτό σου. Και η κραυγή και ο στοχασμός είναι πόνος. Και είναι φορτίο που δεν μπορούμε να αποτινάξουμε. Είναι προέκταση της ζωής.
- Ακόμη μια δουλειά στην οποία επιλέγετε να συνεργαστείτε με τον Ελβετό τραγουδοποιό και συνθέτη Marco Zappa, o οποίος έκανε την παραγωγή του δίσκου, ενώ μας χαρίσατε ένα πολύ όμορφο τραγούδι με την σύμπραξή σας στο «Canzon da la luna». Τι διαφορετικό αποκομίζετε από τη συνεργασία αυτή σε σχέση με το να συνεργαζόσασταν με έναν εγχώριο παραγωγό;
Με τον Zappa υπάρχει εδώ και δέκα χρόνια μια πολυεπίπεδη συνεργασία. Πάνω απ’ όλα όμως είμαστε φίλοι. Δεν είναι η σχέση και η συνεργασία που επιβάλλουν οι δισκογραφικές προκειμένου να παράγουν προϊόντα. Όταν έχουμε κάποιες ιδέες, και φυσικά κέφι, κάνουμε μαζί κάποια πράγματα. Για παράδειγμα, στην τελευταία μου δουλειά ο Marco είχε την ιδέα να πούμε μαζί το «Canzon da la luna», μόνο που εγώ έπρεπε να γράψω στίχους στα ελληνικά, και το έκανα, αφού τον παίδεψα για καμιά εικοσαριά μέρες. Και το αποτέλεσμα είναι αυτό που ακούσατε. Από την άλλη πλευρά είναι ο παραγωγός μου τα τελευταία χρόνια, πράγμα πολύ σημαντικό για μένα γιατί δεν ξέρω αν θα είχα παρουσία στη δισκογραφία χωρίς αυτή τη σημαντική βοήθεια. Αλλά να σας πω και κάτι άλλο. Εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα στη χώρα μας, δεν υπάρχει τόπος για τέτοιου είδους συνεργασίες και παραγωγές. Έχει μπει ταφόπλακα στο ελληνικό τραγούδι και τα μόνα πράγματα που ξεχωρίζουν είναι μεμονωμένες προσπάθειες νέων ανθρώπων που με προσωπικό κόστος και πείσμα γι’ αυτό που αγαπούν καταθέτουν κατά καιρούς σημαντικά τραγούδια. Να ’ναι καλά τα παιδιά.
- Ο δίσκος ήταν αρχικά να κυκλοφορήσει με 11 τραγούδια και να συμπεριλαμβάνει την «Ξύλινη Πόρτα», διασκευή του «Famous Blue Raincoat» του Leonard Cohen, συνάντησε όμως την άρνηση της εγχώριας δισκογραφικής εταιρίας που έχει τα δικαιώματα των τραγουδιών αυτών. Με ποια κριτήρια έγινε αυτό, γιατί στο παρελθόν είχαμε τραγούδια του Cohen που διασκευάστηκαν από Έλληνες δημιουργούς;
Κοιτάξτε, εδώ έχουμε να κάνουμε με μια ιστορία η οποία επαναλαμβάνεται μ’ αυτόν τον άθλιο και αποκρουστικό τρόπο. Αν για παράδειγμα ήμουν ακόμη στην EMI ή στη SONY, δεν θα είχα κανένα μα κανένα πρόβλημα. Ακόμα και αν έκανα «κακουργήματα» πάνω σε τραγούδια άλλων. Θυμάμαι για παράδειγμα εκείνο το «Χόρεψέ με» (Dance me to the end of love) με τον Καλογιάννη, πριν πολλά χρόνια, που ασελγούσε πάνω στην ποίηση του Cohen. Δεν φταίει βέβαια ο καλός συνάδελφος, αν και τώρα που το ξανασκέφτομαι θα μπορούσε κι εκείνος να πει «ώπα ρε παιδιά, όχι κι έτσι…. Έχω τραγουδήσει τόσο σπουδαία πράγματα, ας ξαναδούμε τους στίχους.» Εν πάση περιπτώσει αυτά είναι ψιλά γράμματα για τις πολυεθνικές. Η «Ξύλινη πόρτα» βγήκε από το cd μιας και η κυρία υπεύθυνη της SONY στην Ελλάδα ούτε καν μπήκε στη διαδικασία να απαντήσει στο ευγενικό e-mail μου. Ας είναι καλά εκεί που είναι, για να λογοκρίνει, να εγκρίνει και στα διαλείμματα να βάφει και τα νύχια της. Άντε να χαθείτε πατσαβούρες, που έχετε και το θράσος να κρίνετε τις δουλειές μας. Κάποτε, όταν ήμουν σε μία δισκογραφική, ίσως τη μεγαλύτερη στην Ελλάδα, έπεσε στα χέρια μου μια λίστα με το προσωπικό της εταιρίας. Ήταν όλοι τους λογιστές, οικονομολόγοι και των δημοσίων σχέσεων. Τι ξέρουν αυτοί από ποίηση; Κάτι σαν τον Στουρνάρα δηλαδή. Αυτό κι αν είναι κατάντια.
- Τα νέα σας τραγούδια διαπνέονται από έναν άνεμο επιστροφής και νοσταλγίας σε μιαν άλλη εποχή. «…τότε που όλα γύρω μας ήταν όμορφα γιατί δεν είχαμε άλλη ματιά, τότε που οι ποιητές μάς συντρόφευαν στο όνειρο με τις σκέψεις τους και τη γραφή τους» σημειώνετε στο συνοδευτικό ένθετο του CD. Θα επιστρέψουμε ποτέ σ’ αυτό το κλίμα;
Σκοπός μου δεν είναι να επιστρέφω και να τροφοδοτούμαι από το παρελθόν. Χρήσιμο είναι πολλές φορές να ανατρέχεις σ’ αυτό αναζητώντας σημεία αναφοράς, αλλά και κάνοντας μια δεύτερη και τρίτη ανάγνωση σε πρόσωπα και καταστάσεις. Η νοσταλγία, όπου υπάρχει, είναι κομμάτι της σύγχρονης ζωής μας, είναι το αγαπημένο μας ρούχο που δε λέμε να το βγάλουμε από πάνω μας όχι γιατί δεν έχουμε καινούργιο να φορέσουμε αλλά γιατί το αγαπήσαμε και το αγαπάμε πολύ. Νοιώθουμε άνετα μ’ αυτό και είμαστε περήφανοι που το κουβαλάμε. Τι θα είμαστε αλήθεια χωρίς τα πράγματα και τα πρόσωπα που έχουμε αφήσει πίσω; Ένας θίασος χωρίς ρεπερτόριο. Το κενό μνήμης είναι και κενό ονείρου.
- Στην «Ωδή στον μέσα μας ποιητή», ο ποιητής έχει κρυφτεί, παρότι στην ουσία υπάρχει μέσα μας. Οι «γκρίζες πόλεις» δημιουργούν «γκρίζους» ανθρώπους ή το αντίστροφο;
Ναι, ξέρετε, πολλές φορές φοβόμαστε να μιλήσουμε μια διαφορετική γλώσσα, τρομάζουμε στην ιδέα να βγάλουμε προς τα έξω τον άλλο εαυτό που κρύβουμε μέσα μας. Ίσως γιατί η εικόνα που έχουμε για τον κόσμο είναι εφιαλτική και πρέπει συνεχώς να είμαστε σε επιφυλακή και οπλισμένοι με τα πιο απάνθρωπα εργαλεία σ’ αυτή την καθημερινή αντιπαράθεση και πολεμική. Όμως οι άνθρωποι δεν μπορούμε να ζούμε έτσι τις ζωές μας. Θέλω να πιστεύω ότι κάποτε θα βγάλουμε στην επιφάνεια ό,τι πιο όμορφο έχουμε καταχωνιάσει μέσα μας όντας τρομοκρατημένοι. Δεν μπορεί ο κόσμος να πορεύεται έτσι. Ίσως κάποτε να γίνει. Βέβαια μέχρι τότε θα έχουν ξοδευτεί ζωές και θα έχουμε στερηθεί το μεγαλείο που κρύβουμε. Αυτά και άλλα πολλά σκεφτόμουνα όταν έγραφα την «Ωδή στον μέσα μας ποιητή». Άνθρωποι και πόλεις είναι ένα πράγμα. Φαντάσου ένα βουνό από πέτρες που συνεχώς μεγαλώνει κι απάνω του σκαρφαλώνουμε για να βλέπουμε όλο και πιο μακριά, αλλά δεν μπορούμε να δούμε δίπλα μας. Όσο κι αν ψηλώνουν τα κτήρια, όσο κι αν πληθαίνουν, δεν θα πάψουν να στεγάζουν τις μοναξιές μας.
- Οι ενορχηστρώσεις των τραγουδιών σας διακρίνονται από τις μελωδικές εναλλαγές της ακουστικής κιθάρας με μαντολίνο, σαξόφωνο, φυσαρμόνικα, φλάουτο, βιολί, τσέλο, κλαρινέτο, ενώ δεν λείπει το ελληνικό στοιχείο, με την παρουσία του τζουρά. Έχετε κάποιο απωθημένο, όσον αφορά τον ήχο σας;
Α, ωραία. Μέχρι τώρα καλά το πηγαίναμε. Να ξαναγυρίσουμε λοιπόν στις μουσικές. Ξέρετε, καμιά φορά ξεχνιέμαι και μιλάω για ένα σωρό άλλα πράγματα εκτός απ’ τα τραγούδια μου. Καλά κάνετε και με ανακαλείτε στην τάξη. Αλλά και τι να πεις για τα τραγούδια; Εγώ κιθάρα παίζω και είναι φυσιολογικό σχεδόν τα πάντα να χτίζονται γύρω απ’ τις κιθάρες. Εντάξει, εδώ βέβαια έχει ενορχηστρώσει ο Zappa, αλλά στην ουσία ξέρει κι εκείνος τι θέλω. Δεν θα έκανε κάτι που είναι έξω απ’ τη δική μου λογική. Αλλά να σας πω και κάτι εδώ. Ποτέ δεν τα πήγαινα καλά με τα μουσικά ρεύματα που κατά καιρούς εμφανίζονται και θέλουν τα τραγούδια έτσι ή αλλιώς, εξυπηρετώντας τις δισκογραφικές που θέλουν ένα διαμορφωμένο κοινό να ακούει για παράδειγμα έθνικ, φολκ, τζαζ ή δεν ξέρω ’γω τι άλλο. Το τραγούδι για μένα πρέπει να υπηρετείται μ’ έναν μινιμαλιστικό τρόπο γιατί πρέπει να λειτουργεί απλά και ακαριαία. Δεν ξέρω αν κι εγώ τα έχω καταφέρει, αλλά είμαι σίγουρος ότι έτσι πρέπει να είναι. Εντάξει, είναι σημαντικές οι ενορχηστρώσεις αλλά μέχρι ενός σημείου. Αν δεν έχει να σου πει κάτι το τραγούδι δεν θα το σώσουν ούτε τα όργανα μα ούτε και η δεξιοτεχνία των μουσικών. Τόσο απλά. Τώρα που το συζητάμε θα ’θελα πάρα πολύ ο επόμενος δίσκος μου να είναι μόνο με μια κιθάρα κι ένα μπάσο, άντε, ίσως και μ’ ένα τσέλο.
- Το CD «Unplugged» κυκλοφόρησε με τη βοήθεια του Μετρονόμου, από τον οποίο εκδόθηκε και το τελευταίο σας βιβλίο «Επέκεινα των Ασμάτων». Πόσο σημαντικό είναι να υπάρχει μια τέτοια στέγη πολιτισμού στις μέρες μας;
Όχι μόνο το «Επέκεινα των Ασμάτων», αλλά και οι «Χάρτινες Πόλεις» και εύχομαι να συνεχιστεί και στο μέλλον αυτή η συνεργασία. Ο Μετρονόμος είναι απ’ αυτές που λέμε μικρές εταιρίες που ωστόσο επιμένουν να εκδίδουν και να στεγάζουν σημαντικά πράγματα σ’ ένα τοπίο που μέρα με τη μέρα γίνεται όλο και πιο θλιβερό. Είναι μια όαση μέσα στο σκουπιδαριό που μας κατακλύζει, μαζί με κάποιες άλλες προσπάθειες ανθρώπων να διατηρήσουν και να προβάλουν ό,τι έχει απομείνει από το κομμάτι του πολιτισμού που η πολιτεία και οι κυβερνώντες κάνουν τα πάντα για να τον εξαφανίσουν ή να τον φιμώσουν. Είδατε τι έγινε με την ΕΡΤ, με τα θέατρα και παράλληλα τι προβάλουν οι ιδιώτες καναλάρχες και εργολάβοι με τις ευλογίες της πολιτείας.
- Οι φορείς πολιτισμού είναι ένα από τα πρώτα θύματα της κρίσης, με πιο πρόσφατο το κλείσιμο της ΕΡΤ. Πολλοί μιλάνε για «πολιτισμό στο απόσπασμα», την συμμερίζεστε αυτή την άποψη;
Όταν προσπαθείς να επιβάλεις τέτοιες πολιτικές που εξαθλιώνουν και μηδενίζουν τον άνθρωπο, είναι γεγονός ότι πρέπει να ξεκινήσεις από τον ομφάλιο λώρο που τον δένει με την ιστορία του και τον πολιτισμό του. Αυτό μεθοδεύουν και προσπαθούν να πετύχουν. Αυτός είναι και ο λόγος που έκλεισε η ΕΡΤ. Βέβαια, δεν λέω, τους βόλεψε και το γεγονός ότι βρήκαν και τα κεφάλια που ήθελαν να δώσουν στην τρόικα. Άλλωστε ήταν ένας μηχανισμός κατ’ αυτούς που δεν ήταν πια χρήσιμος. Δεν βοηθούσε στην κατεύθυνση που ήθελαν και θέλουν. Όλα λοιπόν στους εργολάβους, με τις στημένες ειδήσεις, τα ξανθιά πιπίνια, τους ξεβράκωτους και την ξετσιπωσιά. Αυτή την Ελλάδα θέλουν. Μας θέλουν επαίτες και χαχόλους και παράλληλα αντιμέτωπους με έναν κοινωνικό αυτοματισμό που θα μας τεμαχίζει. Δεν ξέρω αν τελικά θα τους κάνουμε ως λαός τη χάρη, αλλά όπως και να ’χει είμαστε σε μια κατάσταση που δεν πάει άλλο. Το πιο τραγικό απ’ όλα δεν είναι ότι χάθηκε μια γενιά ανθρώπων αλλά ότι τα παιδιά που θα ’ρθουν θα θεωρούν φυσιολογικό ότι πρέπει να ζεις με 200 ευρώ, ότι πρέπει να ’χεις λεφτά για να μάθεις γράμματα, ότι πρέπει να ’χεις λεφτά για να έχεις την υγεία σου και πως το νερό δεν είναι δημόσιο αγαθό. Τέτοια και άλλα πολλά τραγικά και απάνθρωπα θα ζήσουμε έτσι όπως πάμε. Να λοιπόν γιατί πρέπει να κοντύνουμε ως άνθρωποι, να μην έχουμε άποψη, να μην ονειρευόμαστε, να μην μας παρουσιάζονται επιθυμίες. Το είχε πει θαυμάσια ο Τζόυς στις «Κοινωνίες του μέλλοντος». Ότι «επιθυμίες που δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν, δεν θα παρουσιάζονται». Δείτε τι γίνεται γύρω μας. Τώρα προσπαθούν να ελέγξουν απόλυτα και την τροφή. Οσονούπω θα ψηφιστεί και στη χώρα μας η απαγόρευση της ατομικής καλλιέργειας. Και σκέφτομαι, αυτή η χώρα με τα υψηλά ιδανικά, με τις πανανθρώπινες αξίες που σήκωσε ψηλά στη μακρόχρονη ιστορία της, είναι δυνατόν να δέχεται αδιαμαρτύρητα την καταρράκωση αυτών των αξιών; Δεν θέλω να το πιστέψω. Όμως το γεγονός και μόνο ότι επιτρέπουμε σε μια χούφτα αλήτες και αριβίστες να παζαρεύουν τις ζωές μας, είναι ένα ζήτημα. Ίσως το πιο σημαντικό στη σύγχρονη ιστορία μας. Τα ψέματα τελειώσανε και πρέπει να κάνουμε κάτι γι’ αυτό.
- Πώς μπορεί να αντιδράσει ο πολίτης στα όσα συμβαίνουν γύρω του; Οι εκλογές μπορούν να αλλάξουν το τοπίο; Γιατί τα τελευταία χρόνια συνηθίσαμε από τους πολιτικούς άλλα να μας τάζουν και άλλα να πράττουν όταν έρχονται στην εξουσία.
Ο πολίτης, όλοι μας θα έλεγα, δεν είμαστε άμοιροι ευθυνών. Ο αείμνηστος Ροΐδης έλεγε ότι κάθε λαός έχει τους ηγέτες που του αξίζουν. Εντάξει, αυτό είναι μια αλήθεια, από την άλλη πλευρά όμως υπάρχει και ένας φόβος που είναι δύσκολο να ξεπεραστεί. Θυμάστε τι μας είπαν την τελευταία φορά. Ότι θα πεινάσουμε, ότι δεν θα έχουμε φάρμακα, ότι δεν θα έχουμε καύσιμα, ότι θα μας πετάξουν έξω απ’ την Ευρώπη, μια πρωτοφανής τρομοκρατία που έσπευδαν οι κάθε λογής Πρετεντέρηδες να την αναπαράγουν απ’ τους τηλεοπτικούς δέκτες και να μας απειλούν ότι αν δεν τους ψηφίσουμε θα μας βρουν όλα τα δεινά του κόσμου. Τώρα ετοιμάζονται να μας πάρουν και τα σπίτια. Είπαμε, η μνήμη είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να πηγαίνει ο άνθρωπος μπροστά. Ας την ανασύρουμε λοιπόν την επόμενη φορά που θα σταθούμε μπροστά στις κάλπες.
- Τις αντιδράσεις του κόσμου σε όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας πώς τις κρίνετε; Ο λαός έχει ευθύνες για τη σημερινή κατάσταση;
Όπως είπα και πριν, βεβαίως και έχει ευθύνες, αλλά τις μεγαλύτερες τις έχουν εκείνοι που κυβερνούν και αποφασίζουν για τις ζωές μας. Εντάξει, ο κόσμος ήταν και είναι φοβισμένος, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να τον εξουσιάζεις με αυτόν τον βάναυσο και βάρβαρο τρόπο. Είδατε τι έγινε πέρυσι και πρόπερσι στις πλατείες. Πνίξανε με τόνους χημικά και με τα κλομπς την όποια φωνή τόλμησε να διαμαρτυρηθεί και να αντισταθεί.
- Ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον υπάρχει κατά τη γνώμη σας; Και αν ναι που εδράζεται;
Αλίμονο αν δεν υπήρχε ελπίδα. Πρέπει όμως πρώτα απ’ όλα να επαναπροσδιοριστούμε και ως άτομα και ως κοινωνία. Και αυτό πρέπει να το κάνουμε. Έχουμε χρέος να το κάνουμε και για μας αλλά και για ’κείνους που έρχονται. Δεν είναι δυνατόν μια τόσο όμορφη χώρα να κατοικείται από εξαθλιωμένους ανθρώπους και να κυβερνιέται από τυχοδιώκτες και μαριονέτες.
- Κλείνοντας, για να επιστρέψουμε στα καλλιτεχνικά, έχετε ξεκινήσει την παρουσίαση του δίσκου; Τι έχει σειρά; Ποίηση ή μουσική; Στη Θράκη θα έχουμε τη δυνατότητα να σας συναντήσουμε και να σας ακούσουμε κάποια στιγμή;
Α… δεν το ξέρω αυτό. Συνήθως κάνω πράγματα μαζί και δεν βάζω προτεραιότητες. Αν είναι κάτι έτοιμο και είναι για να βγει, θα βγει. Τώρα, ποιήματα θα είναι αυτά, τραγούδια… δεν ξέρω! Όσον αφορά την όμορφη Θράκη, θα περιμένω να με καλέσετε και ειλικρινά θα χαρώ πολύ.
- κ. Σταυρακάκη, σας ευχαριστώ πολύ.
Κι εγώ σας ευχαριστώ.
Θάνος Βαφειάδης (“Παρατηρητής της Θράκης” 21.8.13)