Στο τραγούδι ίσως βρέθηκε τυχαία, ο ίδιος όμως δεν είναι διόλου τυχαίος. Κρητικός που ξεκίνησε από γκρουπάκια με ροκ και έντεχνο, πέρασε στη μπαλάντα και την ποίηση και μέσα από ταξίδια και αναζητήσεις καταστάλαξε στο χώρο του Καφεθέατρου με μουσική, παρλάτες, ποιητικές βραδιές. Το «Ρεσάλτο» που περιέχει την αφρόκρεμα από αυτά που έχει γράψει, εικόνες που έγιναν μπαλάντες χαμηλών τόνων, προσωπικές, δυτικότροπες, σε άψογη παραγωγή και ενορχήστρωση.
…Δεν τσιγκουνευτήκαμε στο παραμικρό την παραγωγή. Έκανα πολλές ώρες στούντιο, πήρα τους καλύτερους μουσικούς να παίξουν στο δίσκο. Ως προς την ενορχήστρωση τα τραγούδια είναι «φορτωμένα» αλλά νομίζω ότι τους έπρεπε.
- Τον τελευταίο καιρό πάντως ό,τι ενδιαφέρον μας έρχεται από την Κρήτη έχει σχέση με παραδοσιακά ακούσματα. Ο δίσκος αυτός ήταν έκπληξη, από την άποψη αυτή.
Το ρεύμα αυτό συνδυάστηκε με την έκπτωση της κρητικής μουσικής. Είχε ξεφτιλιστεί η μαντινάδα με αποτέλεσμα για πέντε έξι χρόνια να πέσει σιωπή και μετά να βγουν ορισμένα σχήματα με άλλη άποψη και στάση απέναντι στην παραδοσιακή μουσική. Εγώ είχα ελάχιστα τέτοια ακούσματα. Μεγάλωσα σε μεγαλούπολη, είχα πολλούς ξένους δίσκους και από ελληνικό τραγούδι άκουγα κυρίως έντεχνο.
- Ήταν άποψη να μην χρησιμοποιήσετε ανατολίτικα όργανα που «χρωματίζουν» το σύγχρονο έντεχνο;
Από τη στιγμή που η Ελλάδα είναι το σταυροδρόμι Δύσης και Ανατολής, μπορείς να παντρεύεις πράγματα και να βγάζεις μια μουσική με βάση τα ακούσματα που έχεις. Το να «πατάς» μονομερώς κάπου ή να χρησιμοποιείς όργανα με το ζόρι για να γίνει «γνώριμος» ο ήχος -όπως γίνεται τελευταία- το θεωρώ αν όχι εκ του πονηρού, τουλάχιστον πολυφορεμένο.
- Θελήσατε ποτέ να ενταχθείτε σε συγκρότημα ή να φτιάξετε κάποιο;
Όχι. Μου πάει περισσότερο αυτό που κάνω. Μου πάει και ως τρόπος ζωής. Ο τροβαδούρος, ο τραγουδοποιός, είναι μια κατάσταση την οποία ελέγχω και μπορώ ανά πάσα στιγμή να απολογηθώ για τα πάντα αλλά και να χρεωθώ τα πάντα.
Περιοδικό “Δίφωνο” 24.9.97