Ένα ταξίδι στα Μέθανα και… 10 ολόκληρα χρόνια χρειάστηκαν για να βγει για το πρώτο του ταξίδι ο «Καπτάν Γιώργης», ένα «σκαρί» φτιαγμένο από την δημιουργικότητα ενός καλλιτέχνη που οι τρεις εκφάνσεις του, δίνουν καρπούς τραγούδια, ποιήματα αλλά και… «Δράκους της Θάλασσας». Η τελευταία ενασχόληση του τραγουδοποιού, ποιητή και εικαστικού Γιώργου Σταυρακάκη είναι η κατασκευή καραβιών φτιαγμένα από ανακυκλώσιμα υλικά με βάση το ξύλο κα το μέταλλο, η οποία βρήκε χώρο και χρόνο στις ελεύθερες ώρες του, όταν δηλαδή δεν γράφει τραγούδια ή ποιήματα. Ονομάζει τα καράβια του «Δράκους της Θάλασσας» γιατί όπως λέει μιλώντας στην «Π» είχε στο νου του έναν πολιτισμό, μια τεχνολογία η οποία ενδεχομένως να υπήρξε κάποτε και να χάθηκε. «Ένα concept -όπως υπογραμμίζει- μεταξύ πραγματικότητας και μύθου. Αν θέλετε, μια υποψία αλλά και ένα παραμύθι μαζί που ξυπνάει απ’ τα βάθη του χρόνου. Και τα παραμύθια όπως καταλαβαίνετε, δεν μπορεί να μην έχουν τους δράκους τους». Μετά από παραινέσεις φίλων και γνωστών, το 2017 ήρθε η πρώτη του έκθεση στην Αθήνα που γνώρισε μεγάλη επιτυχία ενώ ακολούθησαν αρκετές προτάσεις προκειμένου να «ταξιδέψουν» τα καράβια και σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Έτσι οι «Δράκοι της Θάλασσας» που είναι η δεύτερη δημιουργική ενότητα του καλλιτέχνη παρουσιάζεται από σήμερα έως και τις 11 Σεπτεμβρίου και στο νησί του, στο Iridachic Boutique Hotel & Spa στην Σταλίδα ενώ τα επίσημα εγκαίνια θα γίνουν την Δευτέρα 4 του μήνα στις 7 το απόγευμα. Μουσικά συνεργάζεται με τον γιο του τον Σταύρο, ενώ η τελευταία τους κοινή δουλειά με τίτλο cd «Άμπωτις» ηχογραφήθηκε και στο Ηράκλειο. «Σημείο αναφοράς ήταν ο Σταύρος. Αφού αποφασίσαμε να κάνουμε πράγματα μαζί και στη δισκογραφία και αφού ο Σταύρος μένει μόνιμα στο Ηράκλειο, για ‘μένα αυτό ήταν μια πρόκληση – πρόσκληση» τονίζει χαρακτηριστικά. Ο Γιώργος Σταυρακάκης ξεδιπλώνει ακόμα την ιστορία των καραβιών του, μιλά για την συνεργασία με τον γιο του, το Ηράκλειο, το Foundraising campaign αλλά και το πώς «ξέφυγε» από την δημοσιογραφία, αφού ο πατέρας του Σταύρος ήταν για χρόνια αρχισυντάκτης στην «Π».
- Πώς ξεκινήσατε ν’ ασχολείστε με τα καράβια;
Θα σας πω μια μικρή ιστορία.
Όλα ξεκίνησαν από μια εκδρομή στο ηφαίστειο των Μεθάνων. Ήταν -αν δεν κάνω λάθος- Ιούλιος του 2007.
…Έσκυψα και μάζεψα ένα ξύλο. Πρέπει να ήταν μια ντόγια από πάτο παλιού βαρελιού. Παραδίπλα μια άλλη, μικρότερη. Έβαλα τα ξύλα στο σακίδιο και ξεχάστηκαν μαζί με άλλα πολλά στην αποθήκη του σπιτιού μου.
Πέρασαν δέκα ολόκληρα χρόνια από τότε, όταν τον Γενάρη του 2017 θυμήθηκα εκείνα τα δύο ξυλαράκια. Πού να ήταν άραγε; Βάλθηκα να ψάχνω ολόκληρο το σπίτι, μα τα ξύλα πουθενά. Τότε σκέφτηκα την αποθήκη, άλλωστε δεν υπήρχε άλλο μέρος και τα ξύλα ήταν βέβαιο ότι δεν είχαν πεταχτεί. Την άδειασα κυριολεκτικά όλη, έπιπλα, κούτες, ηλ. συσκευές, και μετά από ώρες μέσα σ’ ένα παλιό ξηλωμένο πάνινο γυλιό, νά ‘τα! Αυτό ήταν. Έβαλα τα ξύλα μπροστά μου και άρχισα να τοποθετώ πάνω τους τα πρώτα «σκουπιδάκια», βίδες, σύρματα, καρούλια και ό,τι άλλο πρόχειρο και παραπεταμένο βρισκόταν στο οπτικό μου πεδίο.
- Γιατί ονομάζετε τα καράβια σας Δράκους της θάλασσας;
Είχα στο νου μου έναν πολιτισμό, μια τεχνολογία η οποία ενδεχομένως να υπήρξε κάποτε και να χάθηκε. Ένα concept μεταξύ πραγματικότητας και μύθου. Αν θέλετε, μια υποψία αλλά και ένα παραμύθι μαζί που ξυπνάει απ’ τα βάθη του χροόνου. Και τα παραμύθια όπως καταλαβαίνετε, δεν μπορεί να μην έχουν τους δράκους τους.
- Ποιο ήταν το πρώτο που δημιουργήσατε;
Ο Καπτάν Γιώργης!
- Έχει κάποιο καράβι που δημιουργήσατε μια ιδιαίτερη ιστορία;
Δεν θα το έλεγα. Απλώς θεωρώ ότι το κάθε καράβι έχει τη δική του ιστορία από πίσω και την δική του διαδρομή. Γι’ αυτό άλλωστε συνήθως χρησιμοποιώ ονόματα από την ελληνική μυθολογία.
- Όλα εξαρτώνται από το τυχαίο και την υπομονή;
Δεν νομίζω ότι τα πράγματα στη ζωή ξεκινάνε τυχαία. Τίποτα δεν είναι τυχαίο και θα έλεγα ότι απλώς υποφώσκουν μέσα σου κάποια πράγματα τα οποία κάποια στιγμή είναι δεδομένο ότι θα βγουν στην επιφάνεια. Άλλωστε θεωρώ ότι το οτιδήποτε κάνω είναι μια προέκταση της ποιητικής μου. Είτε αυτά είναι τραγούδια είτε είναι εικαστική Τέχνη.
- Το ξύλο έχει τον δικό του ήχο την δική του μελωδία που σας καθοδηγεί;
Ξέρετε, τα ξύλα από μόνα τους, έχουν να σου διηγηθούν την δική τους ιστορία.
Είναι ένα υλικό που μπορεί και σε ταξιδεύει αν είσαι διατεθειμένος να πιάσεις κουβέντα μαζί του.
- Πότε αποφασίσατε ότι αυτά τα καράβια πρέπει να «ταξιδέψουν» προς το κοινό;
Μετά από παραινέσεις φίλων και γνωστών, αποφάσισα το 2017 να κάνω την πρώτη μου έκθεση στην Αθήνα. Πραγματικά ήταν μια επιτυχημένη έκθεση και ακολούθησαν αρκετές προτάσεις προκειμένου να «ταξιδέψουν» τα καράβια και σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Και απ’ ό,τι καταλαβαίνετε το ταξίδι συνεχίζεται.
- Μουσικά συνεργάζεστε με τον γιο σας, τον Σταύρο, και δισκογραφικά με το cd Άμπωτις αλλά και επί σκηνής. Πώς είναι η συνεργασία με ένα τόσο κοντινό σας πρόσωπο;
Θα έλεγα άψογη. Με τον Σταύρο δεν μοιάζουμε ως χαρακτήρες, αλλά ωστόσο η συνεργασία μας τόσα χρόνια πραγματοποιείται χωρίς κανένα πρόβλημα. Άλλωστε χαίρομαι αυτή τη συνάντηση και έχουμε να ανταλλάξουμε πολλά πράγματα μεταξύ μας, τα οποία είναι άκρως ενδιαφέροντα.
- Δώσατε κάποια συμβουλή στον Σταύρο όταν ξεκινούσε;
Δεν θυμάμαι κάτι συγκεκριμένο. Όμως επειδή συνεχώς ανταλλάσσουμε απόψεις, ενδεχομένως μέσα από τις απόψεις αυτές να βγαίνουν και κάποιες συμβουλές. Αλλά οπωσδήποτε δεν το κάνω επί τούτο. Εξάλλου δεν νομίζω ότι χρειάζεται.
- Τι θαυμάζετε σ’ εκείνον;
Την ηρεμία του, την υπομονή του και φυσικά το ταλέντο του.
- Προστρέχετε ο ένας στον άλλο για συμβουλές;
Όπως σας είπα και πριν, οι συμβουλές δεν χρειάζονται, γιατί όταν είσαι στην καθημερινότητά σου μαζί μ’ έναν άνθρωπο, συνεργάζεστε, συνομιλείτε και ανταλλάζετε απόψεις, αν κάτι από αυτά είναι χρήσιμο για την πορεία του ενός ή του άλλου θεωρώ ότι το κρατάει.
- Η τελευταία σας δουλειά ηχογραφήθηκε και στο Ηράκλειο. Τι σήμαινε αυτό για σας;
Σημείο αναφοράς ήταν ο Σταύρος. Αφού αποφασίσαμε να κάνουμε πράγματα μαζί και στην δισκογραφία και αφού ο Σταύρος μένει μόνιμα στο Ηράκλειο, για ‘μενα αυτό ήταν μια πρόκληση – πρόσκληση. Επίσης έχω πολλούς φίλους μουσικούς στην πόλη που μεγάλωσα και έζησα και μας βοηθήσανε και μας βοηθάνε πάρα πολύ σ’ αυτή την διαδικασία.
Αντωνία Κουτσάκη (εφημερίδα “Πατρίς” 2.9.23)
Photo: John D. Carnessiotis