- Δυο χρόνια μετά τα «Γυάλινα Φτερά» επανέρχεστε στο χώρο της δισκογραφίας με το cd sigle «Απουσίες». Μιλήστε μας για τη νέα σας δισκογραφική δουλειά.
Ναι, νομίζω ότι είναι ένας λογικός χρόνος, αν και πολλές φορές χρειάζεται ίσως και περισσότερο. Ξέρετε, δεν συμφωνώ με το σκεπτικό κάθε έξι μήνες άντε ένα χρόνο, βγάζουμε δίσκο. Αυτή είναι η πολιτική πολλών δισκογραφικών εταιριών που κινούνται στη λογική των αναλώσιμων προϊόντων. Τέλος πάντων, αυτοί που δέχονται να μπουν σ’ αυτό το παιχνίδι έχουν μια άλλη αντίληψη και αισθητική για το ελληνικό τραγούδι. Οσον αφορά τις «Απουσίες» να σας πω ότι πρόκειται για τέσσερα διαφορετικού ύφους τραγούδια που ωστόσο έχουν έναν ενιαίο θεματικό άξονα. Με προβλημάτισε πολύ το γεγονός αν θα έπρεπε να συμπεριληφθούν σ’ ένα ολοκληρωμένο cd με άλλα τραγούδια ή θα έπρεπε να αυτονομηθούν ως έκδοση. Τελικά κατέληξα στη δεύτερη σκέψη.
- Στη νέα αυτή δουλειά έχει αλλάξει κάτι σε σχέση με την ερμηνεία και την ενορχήστρωση των τραγουδιών;
Η αλήθεια είναι ότι προσπάθησα να το κάνω. Ούτως ή άλλως, επειδή όπως σας είπα τα τραγούδια είναι διαφορετικού ύφους, ζητούσαν από μόνα τους διαφορετική ενορχηστρωτική αντιμετώπιση. Έτσι κι έγινε. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν νομίζω ότι διαφοροποιούνται κατά πολύ από τον ήχο, το στίχο και την ερμηνεία που ήδη γνωρίζετε.
- Πώς είναι η συνεργασία με τον Marco Zappa και πώς προέκυψε;
Ο Marco Zappa έτυχε να ακούσει τραγούδια μου στο εξωτερικό στα τέλη του 2002. Με επισκέφτηκε στην Αθήνα τον Οκτώβρη του 2003 και μου πρότεινε να συνεργαστούμε. Άκουσα κάποιες μουσικές του και στίχους του και κατάλαβα ότι ήμασταν αρκετά κοντά σ’ αυτό που κάνουμε. Έτσι προέκυψε και το «SognoGreco» που ηχογραφήθηκε τελικά σε δύο γλώσσες, στα ιταλικά και στα ελληνικά. Έγραψα και κάποιους στίχους στα ελληνικά, πάντα πάνω στην αρχική ιδέα του Marco και έτσι ξεκίνησε αυτή η συνεργασία που αυτό τον καιρό συνεχίζεται με κάποιες συναυλίες που θα δώσουμε από κοινού στο εξωτερικό, αλλά και με τον επόμενο προσωπικό μου δίσκο του οποίου την ευθύνη για την ενορχήστρωση και την παραγωγή θα έχει ο Marco Zappa.
- Ποια είναι τα μηνύματα που έρχονται από το εξωτερικό σε σχέση με την κυκλοφορία του «SognoGreco».
Ξέρω ότι σαν άκουσμα είναι αρκετά ενδιαφέρον και από πληροφορίες που έχω γνωρίζω επίσης ότι έχει τύχει καλής ραδιοφωνικής υποδοχής. Περισσότερα όμως θα σας πω μετά τις εμφανίσεις μου με το Marco.
- Πρόκειται για μια νέα φάση της καλλιτεχνικής σας διαδρομής; Πώς την χαρακτηρίζετε;
Θα έλεγα ναι, γιατί μου δίνεται η δυνατότητα να πάω το πράγμα λίγο παραπέρα και ξέρετε αυτό είναι δύσκολο. Αισθάνομαι τυχερός που μου συμβαίνει αυτό. Από την άλλη πλευρά όμως δεν νομίζω ότι αλλάζει τίποτα ιδιαίτερο αφού αυτό που έκανα αυτό συνεχίζω να κάνω. Τραγουδάκια κάνουμε εμείς οι τραγουδοποιοί που πότε αρέσουν, πότε δεν αρέσουν, δεν έχει και τόση σημασία. Το σημαντικό είναι ότι έτσι μπορούμε και αναπνέουμε και ξεπερνάμε ως άνθρωποι τα δύσκολα και μαζί με μας ίσως και κάποιοι άλλοι. Αυτό είναι μια λύτρωση. Όταν βλέπεις μπροστά σου αυτή την τεράστια κρεατομηχανή που αλέθει τα πάντα, το μόνο που σκέφτεσαι είναι πώς θα βρεις χίλιους τρόπους να μην μπεις σ’ αυτό το παιχνίδι, να μην παίξεις με τους όρους αυτής της διαστροφής των ΜΜΕ, να βρεις χίλιους τρόπους να πληρώσεις το τίμημα, αλλά στο τέλος να ανακαλύπτεις ότι μπορείς ακόμα να χαίρεσαι αυτό που κάνεις, μπορείς ακόμη ν’ αγαπάς και να σέβεσαι τους γύρω σου, μπορείς ακόμα να κάνεις χίλια δυο άλλα πράγματα που σε ευχαριστούν, μπορείς να παραμένεις παιδί, μα το βασικό, ότι μπορείς να λες όχι. Αυτή είναι η διαδρομή. Δεν την ξεχωρίζω σε καλλιτεχνική και προσωπική. Θέλω να πιστεύω ότι τώρα που καβάτζαρα τα σαράντα κοιτώντας καμιά φορά πίσω, με βλέπω τον ίδιο και απαράλλαχτο, να βρίσκομαι ένα κουβάρι με τους συμμαθητές μου στην αυλή ενός δημοτικού σχολείου, να παίζουμε, να γελάμε, να πλακωνόμαστε, μα στο τέλος να παίρνουμε όλοι μαζί τον ίδιο δρόμο. Το δρόμο για το σπίτι. Το σπίτι της περισυλλογής, της ζεστασιάς, της γαλήνης. Δεν είναι ωραία διαδρομή αυτή; (Γελάει).
- Πώς ξεκίνησε η συνεργασία σας με τις μουσικές εκδόσεις «Σείστρον»;
Είχε γίνει κάποια κουβέντα στην αρχή του χρόνου για το ενδεχόμενο κάποιας συνεργασίας με αφετηρία το cd sigle «Απουσίες», η οποία στην πορεία ευδοκίμησε. Ξέρετε, αυτή η ιστορία με τις πολυεθνικές, με τους Εγγλέζους και Αμερικανούς οικονομικούς διευθυντές, έχει πάει πολύ πίσω το ελληνικό τραγούδι. Δεν λέω, επιχειρήσεις είναι και πρέπει να επιβιώνουν. Όμως, πόσο αγωνιά ένας γιάπις Εγγλέζος πίσω απ’ το γραφείο του για την πορεία του ελληνικού τραγουδιού, για την παράδοσή μας, για τον πολιτισμό μας; Οι άνθρωποι βλέπουν νούμερα και ανάλογα κόβουν, ράβουν. Δεν τους ενδιαφέρει αν λέγεται κανείς Καλομοίρα ή Χατζιδάκις, ούτε τους ενδιαφέρει το κέρδος σ’ ένα χρονικό ορίζοντα. Για το μόνο που νοιάζονται είναι η μεγιστοποίηση των κερδών προκειμένου να ξεπουλιούνται η μία στην άλλη με το μεγαλύτερο δυνατό αντάλλαγμα. Εδώ όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά ή τουλάχιστον φαίνονται να είναι διαφορετικά. Μιλάς με τους ανθρώπους της εταιρίας, έχεις άποψη για τα τραγούδια σου, έχεις τη δυνατότητα να το συζητήσεις μαζί τους. Ακόμα και για το εικαστικό μέρος του πράγματος. Βλέπεις το προϊόν δεν είναι ξεκομμένο από το περιτύλιγμα. Δεν είναι λίγο αυτό. Να λοιπόν μερικοί από τους λόγους για μια συνεργασία εκτός πολυεθνικών εταιριών. Εδώ θα πρέπει να ισχύσει η παροιμία: Παπούτσι απ’ τον τόπο σου…
- Πέρα από το μουσικό, γνωστό είναι και το ποιητικό σας έργο. Τα διαχωρίζετε ή αποτελούν ένα σύνολο;
Τα ποιήματα θεωρώ ότι είναι μια προέκταση των τραγουδιών μου ή και αντίστροφα. Υπάρχει ένας διαχωρισμός στη λογική ότι η ποίηση έχει μια δικιά της μελωδική γραμμή με τη διαφορά ότι ο κάθε αναγνώστης την αντιλαμβάνεται διαφορετικά. Ενώ το τραγούδι στο μουσικό του μέρος είναι συγκεκριμένο, με αρχή, μέση και τέλος. Όπως και νάχει όμως, ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζω στιχουργικά το τραγούδι γίνεται με ποιητική διάθεση -αυτό λογικά πρέπει να βγαίνει αυθόρμητα- γι’ αυτό σας είπα πριν ότι το ένα είναι προέκταση του άλλου. Το γιατί δεν γίνονται όλα τραγούδια ή όλα ποιήματα, είναι γιατί η διαδικασία που ακολουθώ είναι εντελώς διαφορετική, η αφετηρία εντελώς διαφορετική, με αποτέλεσμα να βρίσκεσαι μπροστά σε δύο διαφορετικά πράγματα, αλλά με μια ιδιότυπη συγγένεια.
- Εμφανίζεστε σε Μουσική Σκηνή της Αθήνας; Πότε θα βρεθείτε κοντά στο κοινό του Ηρακλείου;
Όχι, αυτό το διάστημα θα βρίσκομαι εκτός Ελλάδας. Εμφανίσεις στην Αθήνα και γενικά σε διάφορες Μουσικές Σκηνές ανά την Ελλάδα θα ξεκινήσουν μετά τις 15 Γενάρη, με ένα λιτό μουσικό σχήμα που ετοιμάζω αυτή την περίοδο. Αλλά μιας και με ρωτήσατε για το Ηράκλειο, θα ήθελα εδώ να πω μερικά πράγματα τα οποία με έχουν ενοχλήσει και που αφορούν τις πολιτιστικές εκδηλώσεις του Δήμου στην πόλη μας. Τα τελευταία χρόνια φαίνεται να έχω ενοχλήσει τους υπεύθυνους του Δήμου γιατί απλώς κάποια στιγμή ζήτησα να είναι συνεπείς και απαίτησα, χωρίς βέβαια ποτέ να πάρω, τα συμφωνηθέντα. Αποτέλεσμα ήταν να αποκλειστώ από τις εκδηλώσεις του Δήμου και μάλιστα από συγκεκριμένους ανθρώπους. Λες και η υπόθεση Πολιτισμός είναι τσιφλίκι τους. Λες και μας κάνουν χάρη. Δεν είχα και δεν έχω την απαίτηση να μεταμορφωθούν αίφνης ορισμένοι σε Μαικήνες του Πολιτισμού στην πόλη μας. Άλλωστε αυτό είναι ένα μακρινό και άπιαστο όνειρο. Είχα όμως και έχω την ελπίδα ότι κάποιος, κάποιοι, πρέπει να επαναπροσδιορίσουν την πορεία αυτού του φεστιβάλ. Να σταματήσει επιτέλους αυτή η απαράδεκτη συμπεριφορά πρωτίστως απέναντι στους συμπολίτες μας δημιουργούς. Να σταματήσουν οι συνοικίες της πόλης μας να γίνονται οι χωματερές των ντόπιων καλλιτεχνών, να πάψουμε κάποιοι να είμαστε οι παρίες αυτής της γιορτής. Ας μην κομπορρημονούν λοιπόν ορισμένοι για το μεγάλο πολιτιστικό γεγονός και ας κοιτάξουν πραγματικά να δημιουργήσουν ένα αληθινό και ουσιαστικό πολιτιστικό ρεύμα και αν δεν είναι σε θέση ας αναθέσουν αυτό το έργο σε ανθρώπους που πραγματικά πασχίζουν, ιδρώνουν αλλά και γνωρίζουν πόσο σοβαρή και αδιαπραγμάτευτη είναι αυτή η υπόθεση.
- Να υποθέσω λοιπόν ότι δεν είναι στις προθέσεις σας κάποιες εμφανίσεις στην πόλη μας;
Αντίθετα, το Ηράκλειο για μένα είναι η πόλη που εμφανίζομαι πολύ συχνά και όχι μόνο για να παίξω τα τραγούδια μου αλλά και για να δω τους φίλους μου, να ξεφύγω λίγο απ’ το τρεχαλητό της Αθήνας. Κι αυτό θα κάνω και στο μέλλον. Περίμενα όμως και περιμένω ακόμα αν θέλετε απ’ τους υπεύθυνους του Δήμου που διαχειρίζονται τα κονδύλια για τις εκδηλώσεις στην πόλη μας, να είναι συνεπείς όταν εξαγγέλλουν, πολλές φορές και με βαρύγδουπα σημειώματα των Δημάρχων στα προγράμματα, ότι το μεγάλο στοίχημα είναι η ανάδειξη του πραγματικού πολιτιστικού και καλλιτεχνικού δυναμικού της πόλης. Δεν είναι λογική αυτή που ακολουθείται, να εκχωρούμε έναντι αμοιβής τα θέατρά μας στους ανά την Ελλάδα ατζέντηδες και να καμαρώνουμε ταυτόχρονα για το μεγάλο πολιτιστικό γεγονός το οποίο δημιουργούμε. Πρέπει ο κόσμος να ξέρει τι ακριβώς συμβαίνει. Αρκετά πια με την κοροϊδία.
Σοφία Τσεντελιέρου (εφημερίδα “Πατρίς” 20.12.2004)